Ως επάγγελμα, η πορνεία βρίσκεται πιθανότατα στο τελευταίο άκρο του περιθωρίου. Το σεξ αποτελεί ένα από τα σοβαρότερα κοινωνικά ταμπού και το γεγονός αυτό αφορά άμεσα την πορνεία:
Πρώτον, η σεξουαλική καταπίεση μπορεί να θεωρηθεί ο κινητήριος μοχλός πίσω από την ανάγκη για σεξ επί πληρωμή και δεύτερον, καθιστά τις «εργάτριες του σεξ» άτομα χωρίς κοινωνική υπόσταση.Εάν η κοινωνία έκανε χριστουγεννιάτικο τραπέζι, οι εκδιδόμενες γυναίκες θα ήταν μάλλον οι τελευταίες που θα έπαιρναν πρόσκληση. Υπάρχει ένας πολύ εύστοχος όρος της περίφημης φεμινίστριας Τζούντιθ Μπάτλερ, η οποία μιλά για «αδιανόητους» ανθρώπους. Ανθρώπους αόρατους, που η κοινωνία αρνείται να διανοηθεί και να αγκαλιάσει. Και πώς θα μπορούσε, όταν η λέξη «πόρνη» αποτελεί τον πιο προσβλητικό χαρακτηρισμό για μια γυναίκα;
Οι εκδιδόμενες έχουν διπλή ζωή: Το βράδυ πηγαίνουν στη δουλειά τους και τη μέρα κυκλοφορούν ανάμεσά μας, χωρίς όμως να μπορούν να δηλώσουν την επαγγελματική τους ταυτότητα. Όχι απαραίτητα επειδή ντρέπονται για αυτό που κάνουν, αλλά κυρίως λόγω της ρατσιστικής συμπεριφοράς που ξέρουν ότι θα αντιμετωπίσουν.
Βόλτα στη Φυλής
Αναζητώντας το ανθρώπινο πρόσωπο της πορνείας, πήγαμε μια βόλτα στη γειτονιά της οδού Φυλής. Μπήκαμε στα σπίτια με τα άσπρα φώτα, που είχαν εορταστικά στολίδια και ήχους χριστουγεννιάτικων τραγουδιών. Δεν ήταν εύκολο να πείσουμε τις κοπέλες να μας μιλήσουν, αλλά όσες δέχτηκαν να συζητήσουν, το έκαναν με ιδιαίτερα γλυκό τρόπο.
«Πιστεύω πως είναι μια τίμια δουλειά», μας λέει η Νικόλ, που έχει εφτά αδέλφια στη Ρουμανία, τα οποία βοηθάει οικονομικά. «Εκεί δε βρίσκεις καμία δουλειά», εξηγεί.
«Δε νομίζω πως κάνω κάτι κακό, κάτι λάθος» λέει χαμογελώντας. «Προφανώς και δεν το απολαμβάνω γιατί έρχονται πολλοί διαφορετικοί άνθρωποι. Γέροι, άσχημοι, βρόμικοι. Αλλά είναι η δουλειά μου και όταν φεύγω από εδώ δε με επηρεάζει. Κάνω κανονικά σεξ με το σύντροφό μου και μου αρέσει, υπάρχει συναίσθημα, δεν έχει καμία σχέση με ό,τι κάνω εδώ.
Δεν το λέω σε κανέναν όμως, το ξέρει μόνο μία από τις αδελφές μου στη Ρουμανία. Δεν ντρέπομαι για αυτό που κάνω αλλά σου συμπεριφέρονται πολύ διαφορετικά άμα το μάθουν. Σε βάζουν στη γωνία, δε σου μιλάνε, γενικά υπάρχει ρατσισμός».
Η Σακίρα είναι κάθετη: «Πρώτον, σε αυτούς τους χώρους κάνουμε λειτούργημα. Δεύτερον, ο οίκος ανοχής ανέχεται. Η ιερόδουλη είναι ιερό πράγμα. Μπορεί να κάνουμε τη δουλειά αυτή, αλλά τη σεβόμαστε και είμαστε τίμιες.
Στους χώρους αυτούς θα έρθει ο μοναχικός, το πνευματικό παιδί, γονείς που θα φέρουν τα παιδιά τους και άλλοι που έχουνε προβλήματα. Αυτοί οι χώροι χρειάζονται. Όσες κοπέλες το κάνουν αυτό έχουν μεγάλη ψυχή.
Κάθε δουλειά την κάνεις γιατί πρέπει να την κάνεις. Δεν είναι απαραίτητο ότι την αγαπάς. Όταν μια κοπέλα έχει δουλέψει σε χίλιες δουλειές και κάθε φορά προσπαθούσαν να την εκμεταλλευτούν σεξουαλικά, σου λέει προκειμένου να πληρωθώ, να κάνω τη δουλειά μου, να χτίσω το σπίτι μου, να κάνω το παιδί μου, να το μεγαλώσω, να το σπουδάσω καλύτερα, να κάνω αυτή τη δουλειά τίμια.
Η κοπέλα δεν ικανοποιείται, είναι η εργασία της όμως. Ικανοποιεί τον άλλον. Έχει τη δύναμη να τον ικανοποιήσει με το χάδι της και την ευγένειά της. Αν κανείς το σκεφτεί καλά, θα καταλάβει πως αυτές οι γυναίκες χρειάζεται να υπάρχουν, γιατί που θα πάνε όλοι αυτοί; Δες τι γίνεται τώρα στους δρόμους, βιασμοί και τα λοιπά, και σκέψου τι θα γινόταν χωρίς εμάς.
Εδώ ξέρεις πόσο μας αγαπάνε στη γειτονιά; Είμαστε η μασκότ τους! Δεν ενοχλούμε κανέναν, τι πρόβλημα να υπάρχει;»
Η Νάντια δεν ξέρει πολύ καλά ελληνικά και φοβάται πως έχουμε έρθει για φωτογράφηση. «Δεν το λέω σε κανέναν. Το κρύβω γιατί αν το μάθει ο κόσμος και η οικογένειά μου θα με κάψουν ζωντανή. Είναι η δουλειά μου, αλλά στα κρυφά».
Αφού συζητάμε λίγο ακόμα για τη ζωή της, γίνεται πιο συναισθηματική: «Δεν είμαι «πουτάνα» στην ψυχή. Είμαι άνθρωπος. Το κάνω για δουλειά. Έχω δύο μικρά παιδιά. Ότι δουλειά και να είναι, την κάνω. Εγώ μετά θα φύγω από την Ελλάδα, θα πάω στην πατρίδα μου και θα ξεχάσω τα πάντα».
Για την Αντριάνα, η πορνεία είναι μια βρόμικη δουλειά που κάποιος πρέπει να την κάνει:
«Είναι πολύ δύσκολη δουλειά και δυστυχώς, χωρίς αυτή, οι γυναίκες θα έπρεπε να βγαίνουν στους δρόμους με φερετζέ. Να ‘ναι καλά τα κορίτσια που δουλεύουνε.
Είτε είμαι ταμίας στο περίπτερο είτε δουλεύω εδώ, για μένα είναι το ίδιο πράγμα. Μόνο που το ρίσκο εδώ είναι πολύ πιο μεγάλο από το περίπτερο, απ’ όλες τις πλευρές. Και μπαίνουν και μας δέρνουν και μας κλέβουν, ότι θες μας κάνουν. Τα τελευταία δύο χρόνια έχουν σκοτώσει 3-4 κυρίες. Έχουμε πρόβλημα με όλους, αλλά δυστυχώς κανείς δεν μπορεί χωρίς εμάς.
Κανονική ζωή δεν μπορούμε να έχουμε. Για παράδειγμα, πολλές από μας δεν κυκλοφορούμε έξω για να μη μας δει κάποιος πελάτης και μας αναγνωρίσει».
Τέλος, η Αντριάνα μιλά για την απαράδεκτη συμπεριφορά της αστυνομίας που σε συχνότατη βάση, τις «τρέχει» στο αυτόφωρο: «Το έχουμε συνηθίσει, μας φαίνεται αστείο πια». Όπως λέει, οι αστυνομικοί έρχονται πολλές φορές με σημαδεμένα χρήματα, για να τις συλλάβουν στη συνέχεια και με τα χρήματα αυτά δεν αποκλείεται να κάνουν χρήση των υπηρεσιών που υποτίθεται ότι διώκουν, κάτι που φυσικά αρνούνται στο δικαστήριο.
Βέβαια, η οδός Φυλής είναι από τις πιο «καθωσπρέπει» τέτοιες γειτονιές στην Αθήνα, αλλά το γεγονός αυτό δείχνει κάτι: Εάν οι κοπέλες αυτές, που έχουν –οι περισσότερες– άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος και όλα τα συναφή έγγραφα, είναι τόσο αόρατες κοινωνικά, τότε τι μπορεί να συμβαίνει με τις τρανσέξουαλ στη Συγγρού ή τις «μαυρούλες», όπως είναι γνωστές, στην Ευριπίδου;
Το σεξ ως επάγγελμα
Το σεξ ως επάγγελμα
Το θέμα μας βέβαια δεν είναι το απάνθρωπο πρόσωπο της πορνείας, για το οποίο θα χρειαζόντουσαν τόμοι ολόκληροι, άλλα το ανθρώπινο. Στο επίκεντρο αυτής της συζήτησης βρίσκεται το σεξ ως κοινωνική έννοια και ως επάγγελμα, καθώς και το κατά πόσον κάτι τέτοιο αποτελεί ελεύθερη επιλογή και δικαίωμα του καθενός.
«Το σεξ είναι η χαρά της ζωής» λέει στο tvxs.gr η πρόεδρος του Σ.Ε.Π.Ε. (Σωματείο Εκδιδομένων Προσώπων Ελλάδας), Δήμητρα Κανελλοπούλου, «Ποιες είναι οι απολαύσεις αυτής της ζωής; Το σεξ, το φαγητό, ο ύπνος και η καλή παρέα. Υπάρχουν πάρα πολλές εκδιδόμενες γυναίκες που απολαμβάνουν τη δουλειά τους. Για εμάς τις Ελληνίδες είναι δεδομένο ότι το έχουμε επιλέξει, αγαπάμε τα αγόρια και σεβόμαστε το επάγγελμά μας.
Κάνουμε τη δουλειά αυτή κατ’ επιλογή και προφανώς είμαστε κάθετα αντίθετες με το trafficking. Το επάγγελμα αυτό πρέπει να απασχολεί αποκλειστικά ενήλικες και κατόπιν επιλογής. Εννοείται πως δεν είμαστε υπέρ της καταναγκαστικής εργασίας».
Σε αυτό, δε συμφωνεί απόλυτα η Έφη, μέλος της Γυναικείας Ομάδας ΟΚΔΕ-Σπάρτακος: «Πρέπει να αντιμετωπίζουμε τις εκδιδόμενες γυναίκες ως εργαζόμενες. Πρέπει να έχουν πλήρη ασφαλιστικά εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι νομιμοποιώ την πορνεία, επειδή κατά τη γνώμη μου είναι καταναγκασμός στον καπιταλισμό. Δεν είναι επιλογή των γυναικών να γίνουν πόρνες, όπως λένε κάποιοι, απλά είναι μία διέξοδος.
Βέβαια, κάτι αντίστοιχο ισχύει για τα περισσότερα επαγγέλματα, απλά επειδή υπάρχει η έννοια του σεξισμού σήμερα, που υποτίθεται ότι δεν τρέχει κάτι όταν εμπορευματοποιείς το γυναικείο σώμα. Πατώντας κάποιοι σε αυτό, μπορεί να θεωρήσουν ότι είναι επιλογή των γυναικών και έτσι έχει περάσει σαν κάτι το φυσικό.
Στα υπόλοιπα επαγγέλματα εμπορευματοποιείται ο χρόνος σου, η σωματική δύναμη και πολλές φορές η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, απλά στην περίπτωση της πορνείας χάνεις και το δικαίωμα στο ίδιο σου το κορμί. Δηλαδή, σε αυτό το επίπεδο βρίσκεται η τομή μεταξύ σεξισμού και καπιταλισμού.
Όντως μια μερίδα των γυναικών αυτών μπορεί να απολαμβάνει τη δουλειά τους, δεν το θεωρώ υποτιμητικό. Στην πλειοψηφία όμως πιστεύω ότι εξαναγκάζονται».
Για την κ. Κανελλοπούλου, η σεξουαλική εκμετάλλευση δεν είναι υπάρχει μόνο στο επάγγελμα της πορνείας: «Υπάρχουν φυσικά και περιπτώσεις που κοπέλες αναγκαστήκανε να κάνουνε τη δουλειά αυτή, όχι ότι ήταν αρνητικές με τη δουλειά, αλλά αναγκαστήκανε γιατί στο γραφείο σου κολλάνε και στην τράπεζα σε «χουφτώνουνε», άμα θες να τα λέμε χύμα.
Και ξέρεις και κάτι, το θεωρώ πολύ πιο τίμιο να βγάλεις στο «μπορντέλο» ένα οκτάωρο, που είναι η καλή πλευρά της πορνείας, το επάγγελμα, από το να έχεις δύο παντρεμένους και να τους εκμεταλλεύεσαι. Κάνουμε σεξ, δεν πουλάμε ούτε φούμαρα, ούτε τίποτα».
Η Έφη πάντως, αρνείται πως μπορεί να δει κανείς την πορνεία ως λειτούργημα: «Διαφωνώ κάθετα με όσους λένε ότι επιτελείται κοινωνικό έργο, γιατί ακριβώς τοποθετείς τη γυναίκα στο ρόλο ότι πρέπει να ικανοποιεί σεξουαλικά τον άντρα. Δηλαδή αυτή η άποψη εξυπηρετεί ακριβώς στο να αναπαράγει το σεξισμό».
Σε αυτό που οι δύο γυναίκες συμφωνούν απερίφραστα είναι ότι ο ρατσισμός έχει πολλά πρόσωπα. «Όλοι φέρονται κατά της περιθωριοποίησης και της ταμπέλας, αλλά υπάρχει τεράστια υποκρισία και στρουθοκαμηλισμός. Όταν ήταν δήμαρχος η κ. Μπακογιάννη, είχαμε βγάλει το σταυρό και τη θεά Αθηνά από το σήμα του δήμου και είχαμε κολλήσει μια στρουθοκάμηλο!»,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου